Η ύπαρξη των τριών κτισμάτων ανάμεσα στο νέο Μουσείο και το βράχο της Ακρόπολης αντιμετωπίζεται σαν «ανεπιθύμητο κενό» που διακόπτει το νήμα της σχέσης τους. Η πρόταση είναι η πλήρωση του κενού με την κατασκευή ενός “θραύσματος” από το τείχος της Ακρόπολης έτσι ώστε να μη διακόπτεται το βλέμμα του επισκέπτη του Μουσείου από τα κτίσματα της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, αντιμετωπίζοντας, έτσι, τη νέα κατασκευή σαν συνέχεια του τείχους. Τα κενά του νέου τείχους εναλλάσσονται με τα κενά ενός δεύτερου από εμφανές οπλισμένο σκυρόδεμα κατασκευασμένο σε δεύτερο επίπεδο ανάμεσα στο υπάρχον παλαιό τείχος και το θραύσμα του. Τα δύο επίπεδα πλέκονται με μία ράμπα που οδηγεί τον επισκέπτη από την Διονυσίου Αρεοπαγίτου μπροστά στο νέο Μουσείο, στο ύψος του εστιατορίου. Έτσι, με δύο μόνο κινήσεις πλεγμένες η μία μέσα στην άλλη- που συνδέονται με μία ράμπα- και με την αξιοποίηση της κλίμακας, της αναλογίας, της αντίθεσης, της σύμπραξης πλήρους και κενού, του ρέοντος και του οριοθετημένου χώρου, της λειτουργικότητας και της αισθητικής, το αδιαφανές γίνεται διαφανές.