Το οικόπεδο βρίσκεται στο Δ.Δ. Αχινού, στις Ράχες Φθιώτιδας, επί της παλαιάς Εθνικής οδού Λαμίας-Βόλου. Ο προσανατολισμός του είναι νότιοανατολικός και χαρακτηρίζεται για τη μεγάλη υψομετρική διαφορά στο πλάτος του, καθώς και το μεγάλο μήκος του.
Το έντονο ανάγλυφο του εδάφους αλλά και η ιστορία της περιοχής, κατηύθυνε σε μεγάλο βαθμό τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του κτιρίου. Οι βασικοί σχεδιαστικοί άξονες προκύπτουν από το σχήμα του οικοπέδου, την κλίση του, τους υπάρχοντες πολεοδομικούς περιορισμούς, τον προσανατολισμό του και τις απαιτήσεις του κτιριολογικού προγράμματος.
Το κτίριο αναπτύσσεται κατά μήκος του οικοπέδου σε σχήμα Π. Κεντρικά τοποθετείται ο αύλειος χώρος αφήνοντας ελεύθερο το νότιο τμήμα, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως χώρος γηπέδων. Η ανάπτυξη του κτιριακού όγκου στο σχήμα αυτό, βοηθάει στη δημιουργία ενός είδους αγκαλιάς που καλωσορίζει τους μαθητές. Η αναζήτηση της μικροκλίμακας, ώστε να επιτευχθεί η επιθυμητή οικειότητα, οδήγησε στην ιδιαίτερη επεξεργασία των όψεων, με έμφαση στις πλευρές που ορίζουν τον αύλειο χώρο και στη χρήση της πέτρας ως επένδυση σε ορισμένα τμήματα του κτιρίου.
Η χρήση των υλικών, των χρωμάτων, της πέτρας και της κεραμοσκεπής οδήγησε στη δημιουργία ενός ζωηρού και ευχάριστου συνόλου εναρμονισμένου με το περιβάλλον. Η επιλογή των χρωμάτων σε τόνους του κίτρινου, της ώχρας και του πράσινου, βασίστηκε στα χρώματα που κυριαρχούν στο τοπίο και στην έντονη φύτευση γύρω από αυτό με ελαιόδεντρα και πεύκα.
Το κτίριο αναπτύσσεται σε δύο επίπεδα. Το ισόγειο περιλαμβάνει την κύρια είσοδο, καθώς και χώρους εκδηλώσεων και διοικητικού προσωπικού και ο όροφος τις αίθουσες διδασκαλίας.
Η όλη σύνθεση στοχεύει στο να δημιουργήσει έναν χώρο κατάλληλο ώστε οι μαθητές και οι βασικοί του χρήστες να νιώθουν οικεία. Βασικό ζήτημα υπήρξε η αποσύνδεση από τον παραδοσιακό τρόπο σχεδιασμού ενός εκπαιδευτικού ιδρύματος και η ένταξη όλων των μοντέρνων αρχών που διέπουν όλους τους σύγχρονους τρόπους εκπαίδευσης.